Η Τέχνη είναι δύο πράγματα τουλάχιστον: είναι άχρηστη και είναι πολιτισμός. Είναι άχρηστη γιατί δεν είναι βιοτική ανάγκη. Δεν τρως έναν Dali (έστω κι αν ο Joseph Fienes θα διαφωνούσε στο «Red Dragon») για να χορτάσεις, δεν δροσίζεσαι με μια φωτογραφία του Stieglitz, δεν ζεσταίνεσαι τυλιγμένος με έναν Brancusi. Η Τέχνη είναι «άχρηστη» γιατί δεν είναι απαραίτητη για την ζωή. Ζεις και χωρίς αυτήν και αυτό εύκολα επιβεβαιώνεται από το πόσοι άνθρωποι ζουν χωρίς αυτήν. Για αυτό τον λόγο όμως η Τέχνη είναι κάτι που απαιτεί μεράκι, αγάπη, πάθος, έρωτα και κούραση. Για αυτόν τον λόγο καλλιτέχνες που βάζουν την Τέχνη πάνω από αυτές τις βιοτικές ανάγκες τους, γίνονται πολλές φορές καλλιτεχνικά τέρατα, γιατί ανατρέπουνε αυτή την ζωτική ιεραρχία, χωρίς βέβαια πάντα να είναι εγγυημένα τα αποτελέσματα. Ακόμα και πλούσιοι καλλιτέχνες όμως μεγαλουργήσανε γιατί δεν τους απασχολούσανε οι βιοτικές τους ανάγκες, όπως ο Picasso ή ο Bresson. Το ότι η Τέχνη είναι πολιτισμός είναι σχεδόν προφανές. Είναι μια από τις ανώτερες ανθρώπινες δραστηριότητες, ένας θρίαμβος της διάνοιας, χαρακτηριστικό αναπτυγμένων πολιτισμών.
Σκεφτείτε λοιπόν τον συνδυασμό των παραπάνω χαρακτηριστικών για ένα λεπτό και θα συνειδητοποιήσετε πόσο σημαντική είναι και πρέπει να είναι η τέχνη και για τους καλλιτέχνες και για τους θεατές – αναγνώστες της. Είναι μια από τις πιο σπουδαίες μη – βιοτικές ανάγκες και ως τέτοια πρέπει να τις συμπεριφερόμαστε. Και αυτήν την ίδια ως έννοια και τα προϊόντα της όμως. Κάθε καλλιτεχνικό έργο είτε δισδιάστατο, είτε τρισδιάστατο, είτε ζωγραφικό, είτε φωτογραφικό, γλυπτό, γραπτό ή οτιδήποτε άλλης μορφής αξίζει το λιγότερο τον σεβασμό μας ως αντικείμενο πνευματικής δημιουργίας κάποιου ανθρώπου και ως μέρος μιας καλλιτεχνικής παράδοσης ή δραστηριότητας.
Σεβασμός για ένα έργο τέχνης κι έναν καλλιτέχνη ο οποίος αποκαλύπτεται μέσα από αυτά τα έργα είναι πρώτα απ’ όλα σεβασμός στο έργο τέχνης ως δημιούργημα. Εδώ εισέρχεται η έννοια του χώρου έκθεσης, του μουσείου ή πινακοθήκης. Μπορεί η «επιστήμη του μουσείου» να είναι τόσο γνωστή όσο και η Κρυπτοζωολογία, αλλά η Μουσειολογία είναι τόσο απαραίτητη όσο και η Τέχνη σχεδόν. Με λίγα λόγια είναι η επιστήμη που μελετά τον τρόπο που λειτουργεί ένα μουσείο ή μια πινακοθήκη έτσι ώστε να επιτελεί τον ρόλο της ως ένα εκπαιδευτικό, κοινωνικά προσβάσιμο και ψυχαγωγικό ίδρυμα. Μελετά την αποδοτικότητα του μουσείου όσον αφορά τον επικοινωνιακό, εκπαιδευτικό, ψυχαγωγικό, πολιτιστικό ρόλο του. Το μουσείο και η πινακοθήκη είναι ένας χώρος πολιτισμού ο οποίος υπάρχει για να εξυπηρετεί την διαδραστική σχέση μεταξύ του δίπολου καλλιτέχνη (και καλλιτεχνικού έργου φυσικά) και θεατή – αναγνώστη.
Σε αυτή την μεσολαβητική θέση που έχει, πρέπει να εξασφαλίζει πέρα από την επικοινωνία και την επιτυχία της καλλιτεχνικής δημιουργίας, την ασφαλή και αξιοπρεπή έκθεση των έργων τέχνης. Οφείλει στον καλλιτέχνη και το φιλότεχνο κοινό να σέβεται τα έργα και αντικείμενα τέχνης και να φροντίζει ώστε να εκτίθενται με ασφάλεια. Το κάθε υλικό της κάθε μορφής τέχνης και τεχνικής χρειάζεται διαφορετικές συνθήκες έκθεσης και παρουσίασης. Ο καμβάς, το χειροποίητο χαρτί χαρακτικής, το μέταλλο, το δέρμα, ο πηλός, ο γύψος, το μάρμαρο, το ξύλο και άλλα πολλά υλικά είναι μερικά από όσα χρησιμοποιούνται για την κατασκευή έργων τέχνης. Είναι όμως τόσο διαφορετικά τα υλικά αυτά που εύκολα καταλαβαίνουμε ότι δεν αξίζουν όλα τον ίδιο φωτισμό, την ίδια υγρασία, θερμοκρασία, αερισμό. Τα παραδοσιακά έργα τέχνης από δέρμα για παράδειγμα χρειάζονται πιο θερμό φωτισμό (απαλό Tungsten) για παράδειγμα, ενώ τα χαρακτικά αναδεικνύονται καλύτερα με φωτισμό φθορισμού. Οι φωτογραφίες, αναλόγως με τον τύπο χαρτιού (ματ, γυαλιστερό, περλέ) και το γυαλί της κορνίζας χρειάζονται διαφορετικό φωτισμό και διαφορετική γωνία φωτισμού επίσης και πήλινα ή γύψινα έργα διαβρώνονται όταν εκτίθενται σε χώρους με υψηλή θερμοκρασία και μεγάλη υγρασία. Οι φωτογραφίες με φλας απαγορεύονται στα μουσεία όχι μόνο γιατί πρέπει να αγοράσετε κάτι από το τμήμα πωλήσεων του μουσείου αλλά και γιατί πολλά εκθέματα βλάπτονται από το σκληρό φως του φλας.
Το να εκτίθεται ένας καλλιτέχνης με το έργο του σε ένα μπαράκι ή ένα art café, όσο γοητευτικό ή «μποέμικο» κι αν φαίνεται, δεν είναι ότι καλύτερο για την ποιότητα του έργου του. Έστω κι αν έτσι το βλέπουν πολλοί άνθρωποι, ο καπνός, η υψηλή θερμοκρασία, ο ακατάλληλος φωτισμός μπορούν όχι μόνο να αδικήσουν ένα έργο αλλά και να το βλάψουν. Αυτό που πρέπει να γίνει δεν είναι η μεταφορά του έργου τέχνης στο μπαράκι, στο καφέ, την ταβέρνα ή οπουδήποτε αλλού. Πρέπει να μετατρέψουμε τα μουσεία και τις πινακοθήκες σε χώρους όπου μπορούμε να επισκεφτούμε συχνότερα, παρέα με τους φίλους μας ή την οικογένεια μας για λόγους ψυχαγωγικούς και εκπαιδευτικούς. Πρέπει να ψάξουμε τον πολιτισμό εκεί όπου μπορεί και αξίζει να εκτίθεται. Σε χώρους που να θέλουμε να επισκεφτούμε. Κι αν δεν υπάρχουν ή δεν έχουν την μορφή που θα θέλαμε, τότε είναι χρέος μας σαν πολίτες, σαν σκεπτόμενοι και δημιουργικοί, πολιτισμένοι άνθρωποι να επιδιώξουμε τέτοιους χώρους κι εγκαταστάσεις.
Σκεφτείτε λοιπόν τον συνδυασμό των παραπάνω χαρακτηριστικών για ένα λεπτό και θα συνειδητοποιήσετε πόσο σημαντική είναι και πρέπει να είναι η τέχνη και για τους καλλιτέχνες και για τους θεατές – αναγνώστες της. Είναι μια από τις πιο σπουδαίες μη – βιοτικές ανάγκες και ως τέτοια πρέπει να τις συμπεριφερόμαστε. Και αυτήν την ίδια ως έννοια και τα προϊόντα της όμως. Κάθε καλλιτεχνικό έργο είτε δισδιάστατο, είτε τρισδιάστατο, είτε ζωγραφικό, είτε φωτογραφικό, γλυπτό, γραπτό ή οτιδήποτε άλλης μορφής αξίζει το λιγότερο τον σεβασμό μας ως αντικείμενο πνευματικής δημιουργίας κάποιου ανθρώπου και ως μέρος μιας καλλιτεχνικής παράδοσης ή δραστηριότητας.
Σεβασμός για ένα έργο τέχνης κι έναν καλλιτέχνη ο οποίος αποκαλύπτεται μέσα από αυτά τα έργα είναι πρώτα απ’ όλα σεβασμός στο έργο τέχνης ως δημιούργημα. Εδώ εισέρχεται η έννοια του χώρου έκθεσης, του μουσείου ή πινακοθήκης. Μπορεί η «επιστήμη του μουσείου» να είναι τόσο γνωστή όσο και η Κρυπτοζωολογία, αλλά η Μουσειολογία είναι τόσο απαραίτητη όσο και η Τέχνη σχεδόν. Με λίγα λόγια είναι η επιστήμη που μελετά τον τρόπο που λειτουργεί ένα μουσείο ή μια πινακοθήκη έτσι ώστε να επιτελεί τον ρόλο της ως ένα εκπαιδευτικό, κοινωνικά προσβάσιμο και ψυχαγωγικό ίδρυμα. Μελετά την αποδοτικότητα του μουσείου όσον αφορά τον επικοινωνιακό, εκπαιδευτικό, ψυχαγωγικό, πολιτιστικό ρόλο του. Το μουσείο και η πινακοθήκη είναι ένας χώρος πολιτισμού ο οποίος υπάρχει για να εξυπηρετεί την διαδραστική σχέση μεταξύ του δίπολου καλλιτέχνη (και καλλιτεχνικού έργου φυσικά) και θεατή – αναγνώστη.
Σε αυτή την μεσολαβητική θέση που έχει, πρέπει να εξασφαλίζει πέρα από την επικοινωνία και την επιτυχία της καλλιτεχνικής δημιουργίας, την ασφαλή και αξιοπρεπή έκθεση των έργων τέχνης. Οφείλει στον καλλιτέχνη και το φιλότεχνο κοινό να σέβεται τα έργα και αντικείμενα τέχνης και να φροντίζει ώστε να εκτίθενται με ασφάλεια. Το κάθε υλικό της κάθε μορφής τέχνης και τεχνικής χρειάζεται διαφορετικές συνθήκες έκθεσης και παρουσίασης. Ο καμβάς, το χειροποίητο χαρτί χαρακτικής, το μέταλλο, το δέρμα, ο πηλός, ο γύψος, το μάρμαρο, το ξύλο και άλλα πολλά υλικά είναι μερικά από όσα χρησιμοποιούνται για την κατασκευή έργων τέχνης. Είναι όμως τόσο διαφορετικά τα υλικά αυτά που εύκολα καταλαβαίνουμε ότι δεν αξίζουν όλα τον ίδιο φωτισμό, την ίδια υγρασία, θερμοκρασία, αερισμό. Τα παραδοσιακά έργα τέχνης από δέρμα για παράδειγμα χρειάζονται πιο θερμό φωτισμό (απαλό Tungsten) για παράδειγμα, ενώ τα χαρακτικά αναδεικνύονται καλύτερα με φωτισμό φθορισμού. Οι φωτογραφίες, αναλόγως με τον τύπο χαρτιού (ματ, γυαλιστερό, περλέ) και το γυαλί της κορνίζας χρειάζονται διαφορετικό φωτισμό και διαφορετική γωνία φωτισμού επίσης και πήλινα ή γύψινα έργα διαβρώνονται όταν εκτίθενται σε χώρους με υψηλή θερμοκρασία και μεγάλη υγρασία. Οι φωτογραφίες με φλας απαγορεύονται στα μουσεία όχι μόνο γιατί πρέπει να αγοράσετε κάτι από το τμήμα πωλήσεων του μουσείου αλλά και γιατί πολλά εκθέματα βλάπτονται από το σκληρό φως του φλας.
Το να εκτίθεται ένας καλλιτέχνης με το έργο του σε ένα μπαράκι ή ένα art café, όσο γοητευτικό ή «μποέμικο» κι αν φαίνεται, δεν είναι ότι καλύτερο για την ποιότητα του έργου του. Έστω κι αν έτσι το βλέπουν πολλοί άνθρωποι, ο καπνός, η υψηλή θερμοκρασία, ο ακατάλληλος φωτισμός μπορούν όχι μόνο να αδικήσουν ένα έργο αλλά και να το βλάψουν. Αυτό που πρέπει να γίνει δεν είναι η μεταφορά του έργου τέχνης στο μπαράκι, στο καφέ, την ταβέρνα ή οπουδήποτε αλλού. Πρέπει να μετατρέψουμε τα μουσεία και τις πινακοθήκες σε χώρους όπου μπορούμε να επισκεφτούμε συχνότερα, παρέα με τους φίλους μας ή την οικογένεια μας για λόγους ψυχαγωγικούς και εκπαιδευτικούς. Πρέπει να ψάξουμε τον πολιτισμό εκεί όπου μπορεί και αξίζει να εκτίθεται. Σε χώρους που να θέλουμε να επισκεφτούμε. Κι αν δεν υπάρχουν ή δεν έχουν την μορφή που θα θέλαμε, τότε είναι χρέος μας σαν πολίτες, σαν σκεπτόμενοι και δημιουργικοί, πολιτισμένοι άνθρωποι να επιδιώξουμε τέτοιους χώρους κι εγκαταστάσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου