Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2007

"Ανοιχτα Χαρτια": ο ζωγράφος Θεόφιλος


Κριτικός Τέχνης και κολοκύθια. Αυτο εχω να πω. Ο Ελύτης με γλώσσα που μόνο αυτός ξέρει να έχει και να χρησιμοποιεί αποδεικνυει τι σημαινει αγαπώ την Τεχνη και γράφω ουσιαστικά για αυτήν. Ουσιαστικά σημαίνει να μην ζαλίζω τον κάθε έναν με την περίπλοκη ορολογία που εγω θελω να πουλάω μούρη οτι ξέρω και να τους κάνω όλους να αισθάνονται κατώτεροι. Η Τέχνη ειναι δημιουργία. Και δεν απευθυνεται σε κάποιον συγκεκριμένα. Όταν φτιάχνεις κάτι και το δείχνεις, ειναι αφημένο σε όλο τον κόσμο. Δεν μπορείς να απαγορευσεις να το δει κάποιος, να τους αρέσει, να κάνει κριτική. Ο όρος "κριτική" της τέχνης δεν υφίσταται. Τι πάει να πει κριτικός τέχνης δλδ; Οτι εσύ ξέρεις όσα πρεπει γιανα κρινεις; Το έργο ειναι για όλους και όλοι έχουν γνωμη. Η Μονα Λιζα τους κοιτά όλους, ο Στοχαστης του Ροντεν εχει σκυμμένο το κεφάλι του για όλους, η σφαγή στην Γκουερνικα ειναι εκει για όλους. Και ο καθένας καταλαβαινει οτι του λεει η ψυχούλα του και η καρδια του. Ο Θεόφιλος που αποτελει την αφορμή για να μιλήσει για την Τέχνη ο Ελύτης ειναι ένας απο τους λεγόμενους "ναΐφ" ζωγράφους αν και δεν αναφέρεται ο όρος στο κείμενο, κατ'επιλογή του συγγραφέα. Ο Θεόφιλος με τον τρελούτσικο χαρακτηρα του και την ιδιαιτερη τεχνοτροπία του μας δινει μια πρόταση τέχνης τόσο ειλικρινης που μας αφηνεις άναυδους. Η διακοσμητικοτητα των έργων του, τα στολίδια, η συναισθηματικη του πινελιά, η αψήφηση των δυτικών νόμων για την προοπτική και την αλήθεια ειναι τα συστατικά που κάνανε τον Θεόφιλο να μιλάει στην ελληνική ψυχή μας. Γι'αυτο και τον αγαπάμε χωρίς να το ξέρουμε...

Ειναι δυνατον;

Ειναι πρωι. Πολύ πρωι κι έχει κρυο αν και Μαιος. Στα Γιάννενα βλέπεις δεν έχει σχέση το κανονικό με το υπαρκτό. Ειναι πρωι Μαιου και έχει κρύο. Εγω ξυπνάω στις 7.30 για να πάω πανεπιστημιο. Τα καλοριφερ έχουν ανάψει εδώ και μια ώρα αλλά δεν έχει ζεστάνει ακόμα κι εγω πρεπει να ετοιμαστώ για το μάθημα. Σηκώνομαι, ντύνομαι, παίρνω ενα μπλοκ και φεύγω. Στην στάση έχει κόσμο όπως κάθε Δευτέρα πρωι. Το λεωφορείο έρχεται σκασμενο απο κόσμο και ανεβαίνω μαζι με τις υπόλοιπες σαρδέλες. Προχωράμε προς το Πανεπιστημιο χωρίς να ξέρω οτι σήμερα θα γίνει κάτι που θα αλλάξει την ζωή μου. Φτάνουμε σε περίπου μισή ώρα και όπως πάντα στην στάση απέναντι απο την Λέσχη κατεβαίνει σχεδόν όλο το λεωφορείο. Πηγαίνω προς το κτίριο της σχολής και πάω προς το κυλικείο. "Καφε", αυτό μόνο μπορώ να σκεφτώ. Καφέ να ανοίξει το ματι και το μυαλο μου, μπας και μπορέσω να παρακολουθήσω το μάθημα σαν άνθρωπος. "Νες γλυκό με γάλα", ζητάω. "Εβδομήντα λεπτά", είναι η απάντηση και σε λίγα λεπτά ένα χάρτινο ποτήρι με ζεστό καφέ ειναι στα χέρια μου. Βγαίνω απο το κυλικειο και παω προς την σκάλα. Μπροστά στην σκάλα και δίπλα απο τα κομματικά θρανία ειναι ο μεγάλος πίνακας ανακοινωσεων. Σημερα έχει ένα μόνο χαρτί. Σταματάω μηχανικά σχεδόν να το κοιτάξω καλύτερα σαν να μου έκανε εντύπωση η μοναξιά του. Διαβάζω για κάτι που και παλιότερα είχα διαβάσει αλλά ποτέ δεν έκανα κάτι. Το είχα μετανιώσει αλλά ήταν αργά, δεν θυμόμουν λεπτομέρειες. Στον πίνακα ανακοινώσεων ήταν πάλι αυτό το ίδιο φυλλάδιο που έλεγε για το Bookcrossing. Αυτη τη φορά δεν το αμέλησα. Έγραψα την διευθυνση της ιστοσελίδας και μετά το μάθημα αποφάσισα να κάνω κάτι επιτέλους για αυτη την νέα ιδέα. Αντι να κατεβω στην Στρατολογία, κατεβηκα στην στάση του Δικαστικού για να πάω στο 24Hours, το νετ καφε που είχε ανεκτή ποιότητα. Μπήκα στην σελίδα και έγινα μέλος. Με λίγο ψάξιμο βρήκα και ελληνικό φορουμ. Μπήκα να πω ένα γεια κι έφυγα για το σπίτι.
Είκοσι μήνες μετά, το Bookcrossing μου άλλαξε την ζωή. Ναι, διαβάζω πιο πολύ αλλά δεν ειναι μόνο αυτό. Με το bookcrossing άλλαξε η ζωή μου. Φίλοι. Επιτέλους φίλοι. Άνθωποι αξιόλογοι, σοβαροί, ώριμοι. Άνθρωποι που με κάνουν να σκέφτομαι, να χαίρομαι, να προβληματίζομαι. Άνθρωποι, παρεα με τους οποίους περνάω όμορφα, γελάω, συζητάω, ζω εμπειρίες. Δεν ειναι μονο τα βιβλία, όσο σπουδαία βιβλία κι αν έχω διαβάσει χάρις το bookcrossing. Ειναι η μουσικη των ανθρώπων του, οι προσωπικότητες του, η δημιουργικότητα τους, η φαντασία τους. Γνώρισα ανθρώπους που τους θεωρω φίλους και αγωνίζομαι να αξίζω να με θεωρούν φίλο τους. Γέλια, ταξίδια, εκπλήξεις, τραπεζώματα, καφέδες, δώρα, γράμματα - έκπληξη, τσάντες γεμάτες πράγματα και εκτίμηση, τιμή, χαρά, ομορφιά, ανθρωπιά.
-Ενας (ή μια) σπανιος άνθρωπος με πολλά χαρίσματα (και εχθρούς), ταλέντα, που τον παλευω να αξιζω την παρεα του και τον χρόνο του.
-Ένας συζητητης απο τους λίγους με ωριμότητα και με χιουμορ που χρόνια έψαχνα.
-Η πραγματικά ομορφότερη bookcrosser, με μακεδονικη ομορφια και με μυαλό που ξεχύνεται, όταν θέλει, απο ένα στόμα που θες να ακουει να μιλάει.
-Ενας επιστημονας που τον χαιρεσαι να τον βλεπεις, ανοιγει η καρδια σου όταν ανοιγει το στόμα του και χαζευεις να τον ακους να μιλάει.
-Μια παρεξηγημένη νέα που αναζητά την έξοδο σε κάτι καλύτερο και εν τω μεταξυ πλάθει με γράμματα και τόνους έναν κόσμο δικό της.
-Ενα μυστικό.
-Ενας μυστηριος, με ένα blog που σε κρατάει εκεί και θες να μάθεις καλύτερα.
-Άτομα που δεν γνωρισα όσο ήθελα αλλά σχεδιάζω να ψάξω στην ψυχη τους.
Αυτο ειναι για μενα το bookcrossing. Οι άνθρωποι του, η σχέση μου με αυτούς και το μέλλον μου. Πως να τους πω πόσο χαίρομαι που μπήκαν στην ζωη μου; Ειναι δυνατόν να συνέβη σε μένα αυτό; Μόνη μου αγωνία ειναι αν το αξίζω.

Καταθλιψη

Σήμερα έχω πέσει σε κατάθλιψη. Άλλο ένα συλαλλητηριο για την παιδεία και το γαμημένο το άρθρο 16. Θα μου εξηγησει ποτέ κανείς γιατί εφόσον η ΔΑΠ κερδίζει την εκλογές σε όλα τα ελληνικά πανεπιστήμια, το ΕΑΑΚ και η ΠΚΣ ειναι αυτοι που κλείνουν τα πανεπιστημια, που ξεκινάνε τις πορείες, που διοργανώνουν τις γενικές συνελευσεις με τα δικά τους παιδιά και αποφασίζουν για όλου; Δεν έχω καμία θεσούλα ταγμένοι απο τα γραφεία του Περισσού και κανένα κόμμα δεν περιμένει να με εντάξει στο πολιτκό γραφείο του τάδε βουλευτη. Ένα πτυχιο θέλω να πάρω. Ενα πτυχίο σοβαρό και στην ώρα του. Δεν ζητάω απο κανέναν να γράψει γγια μένα ή να με περάσει στα μαθηματα μου. Να ειναι το πανεπιστημιο ανοιχτο θελω για να δώσω τα μαθηματα μου, να πάρω το πτυχιο μου, να δωσω για τα μεταπτυχιακα που θέλω και να δω τι πιάνω. Εχει χαθεί η περσινή καλοκαιρινη εξεταστική. Η διπλή του Σεπτεμβρίου ήταν σαν μιση κανονική, όλα τα μαθηματα σε 20 μέρες. Πλάκα κάνουνε; Τώρα ετοιμάζεται να χαθεί και η εξεταστική του Ιανουαρίου. Ακομα και το καλοκαιρινο εξάμηνο κινδυνευει να χαθεί γιατι κάποιοι γουστάρουν να απαγορευουν ό,τι θέλουν αυτοί. "Δεν θα δώσεις κανένα μάθημα ρε, γιατι το κράτος πάει να εμπορευματοποιήσει την Παιδεία" μου λένε. Στα @@ μου! Εγω να τελειωσω θέλω. Όχι, δεν γράφω όλους τους άλλους για να κοιταώ τον κώλο μου αλλά ας μου δώσει κάποιος μια λύση. Ας μου πει κάποιος κάτι να μην πάρω φόρα και χτυπαω το κεφάλι μου στον τοίχο. Γιατί να μην μπορω να δώσω, να τελειωσω, να ξεμπερδευω; Να γίνω κάτι θέλω το κέρατο μου. Να φυγω για μεταπτυχιακα. Τον Δεκεμβριο τελειωνει η αναβολή μου. 6 χρόνια σχεδόν σε αυτη τη σχολή θα μου στρίψει. Και να έχω χάσει έναν χρόνο απλά γιατι κάποιοι θέλουν να ειναι επαναστατες. Να τελειωσω θέλω, να φύγω, να κάνω την ζωή μου, να κάνω τα όνειρα μου πραγματικότητα. Να φυγω...

Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2007

Bookcrossing meet up 14 Ιανουαρίου 2007

Τα καρντάσια και ο θρύλος
Οι συνεννοήσεις για την συνάντηση της Κυριακής είχανε ξεκινήσει περίπου 10 μέρες πριν με την elpis. Κλασικά υπήρχανε ειδοποιήσεις στον ημερήσιο Τύπο, PMs στα μέλη της Λάρισας, ανακοίνωση στο forum και ανάρτηση στην Ζώνη. Με τις μέρες να περνάνε και χωρίς κανείς να απαντά για το αν θα έρθει φτάνει το Σαββατοκύριακο του meet up. Αποφασισμένος κι εγώ ότι το meet up θα είναι Λαρισινή υπόθεση, συνεννοούμαι με την elpis για το πόσοι θα είμαστε στην συνάντηση ώστε να κλείσουμε χώρο. ΚΑΝΕΙΣ δεν έχει απαντήσει ότι θα έρθει μου λέει κι εγώ είμαι άρρωστη και δεν ξέρω καν αν θα έρθω. Υπολογίζω λοιπόν 6 με 10 άτομα. Ξημερώνει λοιπόν η Κυριακή, ετοιμάζω κάποια βιβλία για απελευθέρωση (ευγενική χορηγία από την Σύρο!) και απλά αράζω μέχρι να έρθει η ώρα… Και μέσα στην σιγαλιά του μεσημεριού το κινητό χτυπάει. Ήταν γνωστή Θεσσαλονικιά bookcrosser, καλλίφωνος, καλλίπυγος, με αδυναμία στον ταραμά και το τσιγάρο (η lola81 δλδ) η οποία μου ευχήθηκε καλή επιτυχία για το meet up μας και ήθελε να μου κάνει μια ερώτηση: «Πεινάς;», μου λέει. «Έτσι κι έτσι» απαντώ. «Τότε έλα στο Σχολαρχείο που είμαστε όλοι»!!!!!!!! 3 – 4 απανωτά εγκεφαλικά εκδηλωθήκαν μέχρι την στιγμή που σχεδόν πέταξα να τους δω στο γνωστό μεζεδοπωλείο. Στην διαδρομή αναρωτιέμαι ποιοι θα είναι και υποψιάζομαι ότι θα είναι οι Τρεις Ταξιδιώτες (ZlatkoGR, lola81, dentistartist οι μόνοι που έχουν έρθει σταθερά σε 3 διαδοχικά meet ups!). Ώσπου μπαίνω στο μαγαζί και…μένω στήλη άλατος!!! Καμιά δεκαριά bookcrossers απολαμβάνανε τον ταραμά τους και με κοιτάζανε!!! Οι απαραίτητες συστάσεις γίνανε, φιλιά με τους παλιούς, χειραψίες με τους νέους γνωστούς. Νέες γνωριμίες με καρντάσια από την λατρεμένη Θεσσαλονίκη και ένας Θρύλος από την Βέροια (ποια άλλη, η γλυκύτατη Λαυρεντία μας!!!!). Εμένα να μου έχει πέσει το σαγόνι από την ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΗ έκπληξη των παιδιών, να μην μπορώ να σταματήσω σαν χαζός, λίγο κρασάκι ήπια για να το ξεπεράσω και μπουκιά δεν κατέβαινε. Σιωπή στο τραπέζι (απολαμβάνανε το φαγητό τους τα παιδιά, λίγο το ταξίδι, λίγο η εξωτική Λάρισα), λίγες κουβέντες που και που. Με το κρασάκι λύθηκε και η γλώσσα σιγά σιγά και μιλήσαμε για όλα. Συνέδριο, το ξύρισμα του Νίτσε (επιτέλους, το είχα απορία γιατί έγινε θέμα), το ταξίδι, το στήσιμο κάποιου μέλους στο ραντεβού τους (δεν δίνω ονόματα, θα το κάνουν άλλοι), η Λάρισα, κινηματογραφικά έργα και πολλά άλλα θέματα επί παντός επιστητού. Πέρασε η ώρα, το κρασί τελείωνε, το ίδιο και οι μεζέδες (οι οποίοι ελπίζω να σας ικανοποίησαν και να τους απολαύσατε), η όρεξη για φαγητό ικανοποιήθηκε και ήρθε η ώρα να ξεκινήσουμε για Starbucks.
Στην διαδρομή είχαμε και μίνι ξενάγηση στα αξιοθέατα της Λάρισας (όλοι παρατηρήσαμε τους άψογους πεζόδρομους πιστεύω) και φτάσαμε στο μαγαζί όπου ήταν η έκπληξη Νο. 2: ο tzil (ο οποίος υποτίθεται ότι ήταν Θεσσαλονίκη!) με την elpis απολαμβάνανε ήδη το καφεδάκι τους και μας περιμένανε!
Τακτοποιηθήκαμε λοιπόν σιγά σιγά, χωρέσαμε (κάποιοι βέβαια πιο άνετα, σε πολυθρόνες, ονόματα δεν λέω μην με πιέζετε) παραγγείλαμε καφέδες, τέια, σοκολάτες άλλες σκέτες κι άλλες με καφέ, γλυκά βγήκανε στο τραπέζι, το ινδικό γλυκό του γιατρού (δεν μπόρεσα να φάω γιατί δεν μπόρεσα να αναγνωρίσω τα υλικά!). Πολλά πηγαδάκια, άπειρα τα θέματα συζήτησης (μάλλιασαν οι γλώσσες μας!), πολύ γέλιο, ιστορίες από άλλα meet ups, το συνέδριο, δείπνα, τραπέζια, συναντήσεις, σχέδια για εκδρομές. Ακολούθησε ένα coffee taste, το οποίο και περιέγραψε άψογα ο nietzsche σε κατάλληλο thread. Η ατμόσφαιρα ήταν θαυμάσια (και καθαρή λόγω έλλειψης τσιγάρου βεβαίως βεβαίως), πολύ ζεστή, ιδιαίτερα φιλική. Κάποια από τα παιδιά τα γνώρισα πριν από 3 μήνες μόνο, άλλους τους γνώρισα μόλις χτες από κοντά. Κι όμως η ατμόσφαιρα δεν ήταν ατμόσφαιρα γνωριμίας αλλά ατμόσφαιρα παρέας, φιλική, σχεδόν οικογενειακή, με ζεστές κουβέντες, με αστεία, με πειράγματα, με όμορφη κουβέντα, κουτσομπολιά, ζεστά βλέμματα και ανθρώπους πρόθυμους να μιλήσουν, να ακούσουνε, να μοιραστούν, να επικοινωνήσουν. Δεν μπορώ να ξέρω τι συζητήθηκε εκείνη την ώρα στο μαγαζί καθώς είχανε στηθεί διάφορα πηγαδάκια (εγώ απολάμβανα την παρέα της θρυλικής Luz που μας έκανε την τιμή να έρθει από την Βέροια) αλλά όλοι φαινότανε να απολαμβάνουν την ώρα τους και αυτό εύχομαι. Ελπίζω να μην έμεινε κανείς παραπονεμένος ούτε από το μαγαζί, ούτε από τη Ζώνη, ούτε από την φιλοξενία των Λαρισαίων Bookcrossers, παρόλη την έκπληξη. Φωτογραφίες, γέλια, ανακατατάξεις στις θέσεις, σχέδια για το συνέδριο πάλι, σχολιασμός άλλων μελών παλαιών και νέων και φυσικά τηλεφωνική επαφή με Αθήνα οι οποίοι απολαμβάνανε το καφεδάκι τους στον Πειραιά. Η επικοινωνία έγινε με τυχαίο (γκουχ, γκουχ…) μέλος της Bookcrossικης κοινότητας της Αθήνας.
Έφτασε και η ώρα της αναχώρησης, ξεκινήσαμε για τα αυτοκίνητα που το χαρούμενο κομβόι από Θεσσαλονίκη είχε παρκάρει τυχαία στο ίδιο ακριβώς σημείο με την άλλη φορά! Όπως έχουμε ξαναπεί, κάθε ωραίο τελειώνει με ελπίδα. Έτσι δοθήκανε οι υποσχέσεις για νέες εκδρομές, για νέες εκπλήξεις, χαμόγελα, φιλιά, αγκαλιές, συγκίνηση. Και αποχωρήσανε για την Θεσσαλονίκη…
Η χθεσινή ημέρα ήταν η μεγαλύτερη έκπληξη που μου έχει κάνει ποτέ παρέα! Και μιλάω ειλικρινά. Ήταν υπέροχη η χθεσινή μέρα. Υπέροχη παρέα, πολύ ζεστοί άνθρωποι που τους αισθάνομαι φίλους κιόλας (ελπίζω κι αυτοί). Δεν έχω ακόμα λόγια να περιγράψω τι αισθάνομαι για χτες. Και δεν ξέρω πώς να μεταδώσω αυτή τη ζεστή αίσθηση παρέας που έμεινε, μια πολύ όμορφη ανάμνηση, ένα ακόμα αξέχαστο απόγευμα, μοναδικές γνωριμίες. Σας ευχαριστώ όλους που ήρθατε και ελπίζω να περάσατε τόσο όμορφα όσο περιμένατε και ελπίζατε. Ελπίζω γρήγορα να σας ξαναδώ όλους και καινούργιους και παλιούς

Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2007

Ιησούς Ανθοφέρων...

Ανήμερα του Πάσχα του 2006 μετά το φαγοπότι έκανα αυτό που κάνω κάθε χρονιά τέτοια μέρα. Μια βόλτα στο νεκροταφείο του χωριού. Δεν ξέρω γιατί το κάνω κάθε χρόνο. Ίσως γιατί κάθε χρόνο στην Ανάσταση πηγαίναμε οικογενειακά στο νεκροταφείο να ανάψουμε δυο κεριά στα οστεοδοχεία του παππού και της γιαγιάς. Και με τον Κωστή σχεδόν μας μάγευε αυτή η διαδικασία, αυτό το τελετουργικό. Την Ανάσταση του 2006 δεν την κάναμε στο χωριό αλλά το δικό μου έθιμο το τήρησα μιας και πήγαμε ανήμερα του Πάσχα εκεί. Το νεκροταφείο είναι μικρό, κλεισμένο με έναν κατάλευκο τοίχο και αρκετά χορταριασμένο. Εκεί κάπου είναι και το οστεοφυλάκιο και ο χώρος όπου μπορεί κανείς να ανάψει το κερί του "για να σ'χωρεθούν τα πεθαμένα του". Έκανα ό,τι έκανα κάθε χρονιά: βόλτα, δύο κεριά για τον παππού που δεν γνώρισα ποτέ και την γιαγιά που θυμάμαι λίγο και μετά μια βόλτα στον παλιό ναό του Αγίου Στεφάνου. Στον δρόμο μου για αυτή τη βόλτα, είδα σε έναν τάφο ένα απο τα γύψινα διακοσμητικά με τον Ιησού. Ειναι πραγματικά απίστευτος ο σεβασμός που δείχνουν οι άνθρωποι στον "κοιμισμένο" συγγενή τους μερικές φορές. Λουλούδια, φωτογραφίες, διακοσμητικά, γυψινα αγαλματίδια με αγγέλους και άλλα. Όταν είδα αυτό το διακοσμητικό το φωτογράφισα σχεδόν μηχανικά. Το αποτέλεσμα είναι αυτό κάτω...


Το χιουμορ του μέλλοντος...


Βραδινη πορνεία με παρεά μια Nikon

Η βραδινή πορνεία
Βάλε τα καλά σου κι έλα για δουλειά


Βραδινά πορτρέτα. Φωτογραφικά πορτρέτα σε μαγαζιά, σε εκδηλώσεις, σε χορούς, πορτρέτα ανθρώπων που γιορτάζουν, γλεντούν, περνάνε καλά. Κι εγώ πρέπει να κάνω την «δουλειά» μου. Πρέπει να «δουλέψω», να τους φωτογραφίσω. Είμαι αυτός που ευγενικά περιφέρεται από τραπέζι σε τραπέζι ψάχνοντας πρόθυμους πελάτες, πρόθυμα πρόσωπα για φωτογράφηση, με την ελπίδα ότι μετά θα «αγοράσουν». Θα με ανταμείψουν δηλαδή.
Αυτή η δουλειά μοιάζει με πορνεία. Δεν φαίνεται να της μοιάζει, το ξέρω. Κι όμως έτσι αισθάνομαι κάθε φορά που πάω για δουλειά. Κι όταν γυρνάω το σκέφτομαι. Μόνο όταν δουλεύω δεν το σκέφτομαι. Και μοιάζει με πορνεία όχι γιατί προσφέρεις υπηρεσίες και ανταμείβεσαι για αυτές αλλά για άλλους λόγους που τους συνειδητοποίησα μόνο όταν είχα δουλέψει αρκετά για να «ζήσω» αυτή την δουλειά.


Στην βραδινή φωτογράφηση, στα λεγόμενα «βραδινά» πρέπει όχι μόνο να κάνεις την δουλειά σου αλλά και να ικανοποιήσεις τους πάντες. Πρέπει να βάλεις τα «καλά» σου, να ντυθείς δηλαδή αξιοπρεπώς για να πας για δουλειά. Και ποιο είναι το αξιοπρεπές ντύσιμο; Το ντύσιμο που δείχνει σε όλους ότι έχεις κάποιο επίπεδο, ότι δεν έχεις μεγάλη ανάγκη τα λεφτά για τα οποία δουλεύεις, ότι είσαι ένας σοβαρός νέος με επίσημο πουκάμισο, καλό παντελόνι, δερμάτινα παπούτσια κι ένα … αξιοπρεπές παλτό. Φυσικά ξυρισμένος, περιποιημένος, έτοιμος για όλα. Κι όλα αυτά για φωτογράφηση και πώληση φωτογραφιών.
Πρέπει λοιπόν μόλις ειδοποιηθώ από το «αφεντικό» μου, τον υπεύθυνο του φωτογραφείου για το οποίο εργάζομαι να ετοιμαστώ για την δουλειά. Θα με ειδοποιήσει να πάω κάποια συγκεκριμένη ώρα στο μαγαζί, εκεί θα ελέγξω τα «εργαλεία» της δουλειάς, την φωτογραφική μηχανή που θα δουλέψω (διαφορετική συνήθως κάθε φορά), τα φιλμάκια που θα πάρω, το φλας, θα με ειδοποιήσει το «αφεντικό» που δουλεύω απόψε, ο μεταφορέας, το παιδί που μας πηγαίνει στα μαγαζιά και μεταφέρει φιλμάκια και φωτογραφίες θα με πάει στο μαγαζί, θα φωτογραφίσω όσο καλύτερα μπορώ και μετά θα πρέπει να πουλήσω. Να πουλήσω φωτογραφίες, ευγένεια, κολακείες και χαμόγελο για να πληρωθώ. Και αφού πουλήσω ότι είναι να πουλήσω θα πάρω το μερίδιο μου και θα φύγω για το σπίτι. Πάντα αισθάνομαι ενοχές μετά την δουλειά. Δεν είναι ότι δεν μου αρέσει η δουλειά. Είναι ότι ετοιμάζομαι, δρω, υποκρίνομαι κι όλα αυτά για να πουλήσω και να πληρωθώ.


Και που το διαφορετικό με όλες τις άλλες δουλειές; Σε όλες τις δουλειές πρέπει να πουλήσεις, το κάνεις για να πληρωθείς και προσπαθείς να είσαι όσο πιο κόσμιος γίνεται. Στα «βραδινά» όμως έχεις να κάνεις με πελάτες, που πρέπει να ντυθείς με τα καλά σου (καλά ρούχα και χαμόγελο) για να εντυπωσιάσεις αυτούς αλλά και τους ιδιοκτήτες των μαγαζιών που υπερήφανοι καμαρώνουν για τους εργαζόμενους τους σαν άλλοι «οικοδεσπότες σπιτιών», πρέπει να είσαι όλο ευγένεια ακόμα και σε αυτούς που σε απωθούν με αηδία, σε αυτούς που σου κάνουν φωτογραφικές υποδείξεις ή ακόμα και αυτούς που πάνε να σε κοροϊδέψουν κλέβοντας σε, θα πληρωθείς, θα πας στο αφεντικό που σαν άλλος νταβατζής θα σου πει αν πήγες καλά και θα σου δώσει το μερτικό σου. Και μετά σπίτι. Σαν πόρνη που πούλησε την αξιοπρέπεια της για να βγάλει λεφτά και κενή γυρνάει σπίτι για ύπνο κουρασμένη. Έτσι αισθάνομαι. Κουράστηκα όλο το βράδυ να ικανοποιώ πελάτες, να τους δίνω αυτό που ζητάνε (μια εξιδανικευμένη και φαντασιωτική απεικόνιση του εαυτού τους την ώρα που γλεντάει συνήθως), να τους ζητάω να με πληρώσουνε για να πληρωθώ τελικά το μερίδιο μου. Γιατί συνεχίζω; Πληρώνει καλά η αναθεματισμένη δουλειά…

Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2007

300: Η ταινία



Δεν χρειάζονται λόγια νομίζω...

Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2007

Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2007

"1 Absolut πορτοκάλι, 1 πράσινη, 1 Jack..."

Μετά το καθιερωμένο πρωτοχρονιάτικο γεύμα στο σπίτι αποφάσισα οτι η ατμόσφαιρα δεν με σήκωνε και πολύ. Πήρα την 5D λοιπόν και ξεκίνησα για μια βόλτα στο χωριό και στον χρόνο. Ξεκίνησα ανηφορίζοντας φυσικά, έφτασα στην διαστάυρωση για Σπηλιά, εκεί που ήταν παλιά ένας πλάτανος και μια βρύση. Σήμερα βρήκα μόνο τον πλάτανο, όχι στις δόξες του αλλά ακόμα εκεί. Συνέχισα ευθεία προς την διασταύρωση για τους Μύλους, Δεν ήξερα αν θα πάω στο Μύλο άλλά όταν έφτασα μπροστά στο δρόμο μια ήταν η επιλογή: στον Μύλο. Δεν μπορώ να φανταστώ καν τι έχω ζήσει στον Μύλο: ενα απίστευτο reggae παρτυ με τον Μιχαλη, πολλές μπύρες με τον Μιχάλη, ένα καφέ μια Πρωτοχρονιά απόγευμα με κωλόκαιρο έξω κι εμείς να παίζουμε τάβλι, μια Πρωτοχρονιά με εκείνο το φοβερό Αγιορειτικο κρασί, καφέδες έξω με ελαφρό αεράκι... Τόσα και τόσα που όση ώρα και να γράφω κάποια θα ξεχάσω. Προχωράω λοιπόν, περνάω το σπίτι του γλύπτη και βλέπω το Μύλο. Ερείπιο. θα μπορούσα να ορκιστώ πως κάποιος μου είπε οτι τον είχαν ανακαινίσει, με καναπέδες και διάφορα άλλα. Ερείπιο. Σπασμένα τζάμια, ένα ακίνητο φάντασμα καταδικασμένο στην ακινησία του, άδειο απο τα πάντα. Δεν μπορούσα να το κοιτάω απλώς, έπρεπε να μπω μέσα. Μπήκα απο ένα παράθυρο που πια δεν υπήρχε. Όλα άνω κάτω. Μόνο οι πάγκοι μείνανε και το τζάκι. Κι ενας λευκός ανεμιστήρας οροφής που έμοιαζε να κοιμάται. Δεν μπόρεσα να μην τον εξερευνήσω. Κάθε γωνιά και μια ανάμνηση. Κάθε πάγκος και μια εμπειρία. Δεν ξέρω για πόση ώρα χάζευα το τζάκι, εκεί που βγήκαμε μια φωτογραφία με τον Μιχάλη σε άλλες εποχές. Όλα σπασμένα, διαλυμένα, πεταμένα, ξεχαρβαλωμένα, μια ταμειακή μηχανή στο πάτωμα σπασμένη, ένα φύλλο πορτοπαράθυρου στο πάτωμα. Και κάπου εκεί, σε έναν πάγκο στον τοίχο, κοντά στην πόρτα απο την οποία έμπαινες όταν ήταν ζωντανός ο Μύλος, ήταν ένα μαξιλάρι κι ένα μπλοκάκι απ'αυτά που γράφουν οι σερβιτόροι τις παραγγελίες. Ενας απλός πάγκος είναι αλλά κουβαλάει πάνω του πράγματα ανείπωτα, εμπειρίες αμέτρητες. Τα λόγια ειναι φτωχά. Πλησιάζω στον πάγκο αφού τον φωτογραφίσω και μηχανικά κοιτάω το μπλοκάκι. Έγραφε ακόμα: "1 Absolut πορτοκάλι, 1 πράσινη, 1 Jack..."